Ινομυώματα


Γράφει ο ιατρός κ. Αργύριος Ρούντης,

Μαιευτήρας-Χειρουργός Γυναικολόγος, MD, MSc

Τα ινομυώματα είναι κατεξοχήν καλοήθεις όγκοι που προέρχονται από το λείο μυϊκό τοίχωμα της μήτρας, αλλά σε ένα πολύ μικρό ποσοστό (<0,5%) μπορούν να υποστούν κακοήθη εξαλλαγή σε σάρκωμα.

Η επίπτωση τους σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας κυμαίνεται από 30-70% και αυξάνεται με την ηλικία. Είναι στην πλειονότητα τους ασυμπτωματικά, ενώ σε ένα ποσοστό 25% προκαλούν συμπτώματα, τα οποία περιλαμβάνουν:

  • αίσθημα πίεσης στην πύελο

  • διαταραχές ούρησης

  • δυσκοιλιότητα

  • πόνο στην σεξουαλική επαφή

  • βαριές αιμορραγίες από τον κόλπο γνωστές ως μηνορραγίες

  • υπογονιμότητα

Ανάλογα με την θέση τους στην μήτρα ταξινομούνται σε:

Yποβλεννογόνια ινομυώματα: προβάλλουν μερικώς ή πλήρως στην κοιλότητα της μήτρας και σχετίζονται συνήθως με παθολογικές αιμορραγίες από την μήτρα και πιθανώς με υπογονιμότητα.

Ενδοτοιχωματικά ινομυώματα: είναι ο πιο συχνός τύπος ινομυωμάτων. Τα ινομυώματα αυτά αναπτύσσονται αποκλειστικά στο εσωτερικό του μυϊκού τοιχώματος της μήτρας (μυομήτριο) και μπορεί να προκαλέσουν σημαντική αύξηση του μεγέθους της μήτρας και αίσθημα βάρους στην πύελο.

Υπορογόνια ινομυώματα: Πρόκειται για ινομυώματα τα οποία προβάλλουν προς το εξωτερικό της μήτρας και μπορούν να προκαλέσουν πίεση σε γειτονικά όργανα όπως η ουροδόχος κύστη ή το έντερο, οδηγώντας σε διαταραχές της ούρησης ή των κενώσεων αντίστοιχα.

Για την διάγνωση των ινομυωμάτων χρησιμοποιούνται διάφορες διαγνωστικές εξετάσεις οι οποίες περιλαμβάνουν:

  • το διακολπικό υπερηχογράφημα
  • την μαγνητική τομογραφία
  • την υστεροσκόπηση
  • την υστεροσαλπιγγογραφία

Η θεραπευτική προσέγγιση των ινομυωμάτων εξαρτάται από την θέση, τον αριθμό, το μέγεθος, την σοβαρότητα των συμπτωμάτων, την ηλικία της γυναίκας και την επιθυμία για μελλοντική γονιμότητα. Μικρά ινομυώματα τα οποία δεν αυξάνουν σε μέγεθος, είναι ασυμπτωματικά και δεν επηρεάζουν την γονιμότητα της γυναίκας συνήθως δεν χρειάζονται κάποια θεραπεία, αλλά μόνο υπερηχογραφική παρακολούθηση. Στις περιπτώσεις εκείνες όπου είναι απαραίτητη η χειρουργική αντιμετώπιση των ινομυωμάτων, οι επιλογές της ασθενούς περιλαμβάνουν:

  • Iνομυωματεκτομή: Συνήθως συστήνεται σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας που επιθυμούν τεκνοποίηση. Τις περισσότερες φορές μπορεί να γίνει λαπαροσκοπικά.

  • Υστερεκτομή: Aφορά την αφαίρεση της μήτρας μαζί με τα ινομυώματα και προτείνεται σε γυναίκες που έχουν ολοκληρώσει την τεκνοποίηση η δεν επιθυμούν να τεκνοποιήσουν στο μέλλον. Ανάλογα με τον αριθμό και το μέγεθος των ινομυωμάτων αλλά και τις προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις της γυναίκας, η επέμβαση μπορεί να γίνει ανοιχτά, λαπαροσκοπικά ή κολπικά.

  • Υστεροσκοπική αφαίρεση: Aποτελεί την μέθοδο εκλογής για την αφαίρεση των υποβλεννογόνιων ινομυωμάτων.